Δεν είναι το πιο λεπτό, δεν είναι το πιο ακριβές, δεν είναι καν το πιο διακριτικό. Κι όμως — μόλις το φορέσεις, νιώθεις έτοιμος.

Ένα καταδυτικό ρολόι δεν είναι απλώς εργαλείο. Είναι τελετουργία. Είναι σαν να δένεις ένα σκοινί γύρω από τον καρπό σου, το οποίο σε τραβάει πίσω σε αναμνήσεις βουτηγμένες σε αλάτι, ήλιους που σκάγανε στο καντράν και απογεύματα με φως που ξεθώριαζε αργά.

Το φοράς και νιώθεις πιο βαρύς, αλλά και πιο ανάλαφρος. Σαν να σε ισορροπεί. Σου θυμίζει πως κάθε δευτερόλεπτο έχει σημασία. Πόσες φορές το κοίταξες μέσα στο νερό και πόσες φορές το χρησιμοποίησες μόνο σαν καθρέφτη βλέποντας σταγόνες θαλασσινού νερού να στεγνώνουν πάνω στο τζάμι του;

Το καταδυτικό ρολόι δροσίζει το βλέμμα. Είναι ένα μικρό κύμα στο χέρι, έτοιμο να σου θυμίσει την πιο καθαρή αλήθεια: δεν χρειάζεσαι πολλά για να ζήσεις βαθιά.

Σε μια βουτιά, όλα σβήνουν. Οι σκέψεις, οι ήχοι, οι ειδοποιήσεις. Εκεί, κάτω από την επιφάνεια, το μόνο που μετρά είναι ο χρόνος. Το ρολόι δεν σου υπενθυμίζει πότε πρέπει να φύγεις — σου επιτρέπει να μείνεις λίγο ακόμα. Είναι σαν να σου λέει “αναπνεύεις ακόμα; Ωραία. Ζήσε το”. Κι όταν ανεβαίνεις πάλι στην επιφάνεια, το βλέμμα σου πέφτει στο καντράν του. Σαν υπενθύμιση πως γύρισες. Σαν απόδειξη ότι ήσουν εκεί.

Δεν χρειάζεται να είναι Rolex, ούτε Omega. Δεν χρειάζεται να πιάνει τα 300 μέτρα. Αρκεί να είναι τίμιο.  Να έχει βιδωτή κορώνα και περιστρεφόμενη στεφάνη. Να έχει κάποια γρατζουνιά στο κρύσταλλο, και ίσως λίγο αλάτι κρυμμένο ανάμεσα στα “αυτάκια”. Όλα αυτά δείχνουν ότι αυτό το ρολόι έχει ζήσει μαζί σου.

Και κάτι βασικό: Το καταδυτικό ρολόι δεν φωνάζει “είμαι συλλέκτης”. Φωνάζει “δεν ξέρω αν θα τελειώσει ποτέ αυτή η βουτιά”. Είναι το ρολόι του μεσημεριού χωρίς πρόγραμμα, της μπίρας στην παραλία, της ελευθερίας να ξεχάσεις το κινητό και να κρατήσεις μόνο τον ήλιο και την ώρα.

Βασίλης Παπαστάθης


Διαβάστε επίσης: Richard Mille RM 33-03: Όταν το στρογγυλό γίνεται επαναστατικό