Στις 16 Σεπτεμβρίου 1977, η παγκόσμια σκηνή της όπερας έχασε μία από τις μεγαλύτερες ντίβες της, τη Μαρία Κάλλας. Κι όμως, σχεδόν μισό αιώνα μετά, η φωνή, η προσωπικότητα και ο μύθος της συνεχίζουν να συγκινούν, να εμπνέουν και να διχάζουν.
Η Μαρία Καλογεροπούλου, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1923 από Έλληνες μετανάστες. Η παιδική της ηλικία σημαδεύτηκε από οικογενειακές δυσκολίες, όμως η Ελλάδα θα αποδεικνυόταν το έδαφος όπου η φωνή της θα άνθιζε. Σπουδάζοντας στην Αθήνα, έδωσε από νωρίς δείγματα μιας σπάνιας δραματικότητας και τεχνικής. Σύντομα η Ευρώπη την υποδέχτηκε και η Ιταλία έγινε το δεύτερο σπίτι της, το μέρος όπου η καριέρα της απογειώθηκε.
Δεν ήταν μόνο το μέγεθος της φωνής της που μάγεψε το κοινό. Ήταν κυρίως η ικανότητα της να “υποδύεται” κάθε ρόλο σαν να τον ζούσε πραγματικά. Από τη Νόρμα του Μπελλίνι μέχρι τη Βιολέττα της “Τραβιάτα” και την Τόσκα του Πουτσίνι, η Κάλλας ενσάρκωσε τις ηρωίδες με πάθος που άγγιζε τα όρια της αυτοκαταστροφής. Η φωνή της – με όλες τις ιδιομορφίες και τις ατέλειες της – έγινε συνώνυμο της αλήθειας στη σκηνή.
Πέρα από την τέχνη της, η προσωπική της ζωή έγινε αντικείμενο λατρείας και κουτσομπολιού. Η σχέση της με τον εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση, η συνεχής πάλη με την εικόνα της, η μοναξιά και οι θρίαμβοι της συνθέτουν το πορτρέτο μιας γυναίκας που έζησε στα άκρα. Η Κάλλας δεν ήταν απλώς λυρική τραγουδίστρια, ήταν ένα πολιτιστικό φαινόμενο που ξεπέρασε τα όρια της όπερας.
Η Μαρία Κάλλας δίδαξε ότι η όπερα δεν είναι μόνο τεχνική, αλλά κυρίως αλήθεια, συναίσθημα και ανθρώπινη εμπειρία. Η φωνή της εξακολουθεί να συγκινεί, όχι γιατί ήταν τέλεια, αλλά γιατί ήταν αληθινή.
Η επέτειος του θανάτου της δεν είναι μια στιγμή σιωπής, αλλά ένας ύμνος στη ζωή και στην τέχνη. Γιατί η Κάλλας μπορεί να έφυγε από τη ζωή στα 53 της χρόνια, αλλά η φωνή της θα συνεχίσει να μας θυμίζει ότι η τέχνη έχει τη δύναμη να νικά τον χρόνο.
Διαβάστε επίσης: Έιμι Γουάινχαουζ: Ένα φως που θα λάμπει πάντα στον καλλιτεχνικό ουρανό