Υπάρχουν άνθρωποι που, όταν φεύγουν, δεν αφήνουν πίσω τους απλώς ένα κενό, αλλά ένα φως που αρνείται να σβήσει. Για τον Γούντι Άλεν, η Νταϊάν Κίτον ήταν αυτό το φως. Η γυναίκα που μπήκε στη ζωή του με αμηχανία, με χιούμορ, με εκείνο το ασυνήθιστο βλέμμα που μπορούσε να γεμίσει ένα ολόκληρο δωμάτιο. Και που, τώρα, δεν υπάρχει πια.

Στο δοκίμιο του για το The Free Press, ο Άλεν δεν γράφει σαν σκηνοθέτης ούτε σαν διάσημος δημιουργός. Γράφει σαν ένας άντρας που αγαπήθηκε, που γέλασε, που έμαθε. “Αν ο Χάκλμπερι Φιν ήταν μια πανέμορφη νεαρή γυναίκα, θα ήταν η Κίτον”, θυμήθηκε ο Άλεν όταν την γνώρισε. Και κάπως έτσι ξεκίνησε μια ιστορία που θα άφηνε ανεξίτηλο αποτύπωμα στον αμερικανικό κινηματογράφο – και στην καρδιά του.

Η Κίτον δεν ήταν απλώς η Άννι Χολ. Ήταν η αυθεντικότητα πίσω από κάθε αμήχανο βλέμμα, κάθε σπαστό γέλιο, κάθε σιωπή που έλεγε περισσότερα από τις λέξεις. Ο Άλεν θυμάται πως σταμάτησε να διαβάζει κριτικές για τις ταινίες του, καθώς το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν τι σκεφτόταν εκείνη. Γιατί, όπως ομολογεί, η δική της γνώμη ήταν το μοναδικό μέτρο της αλήθειας του.

“Καθώς περνούσε ο καιρός, έκανα ταινίες για το κοινό ενός ατόμου, την Νταϊάν Κίτον”, αποκάλυψε ο Άλεν. “Ποτέ δεν διάβασα ούτε μια κριτική για τη δουλειά μου και με ένοιαζε μόνο τι είχε να πει η Κίτον γι’ αυτή”.

Η σχέση τους, που ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’60, κράτησε μόνο λίγα χρόνια — αλλά η αγάπη, η φιλία και η δημιουργική τους χημεία δεν έσβησαν ποτέ. Συνέχισαν να συνεργάζονται, να γελούν, να καταλαβαίνουν ο ένας τον άλλον χωρίς λόγια. Η Νταϊάν, με την ιδιορρυθμία και τη ζεστασιά της, έγινε κάτι περισσότερο από μούσα· έγινε καθρέφτης της πιο ανθρώπινης πλευράς του Άλεν.

“Μέχρι πριν λίγες μέρες”, γράφει, “ο κόσμος ήταν ένα μέρος που περιλάμβανε τη Νταϊάν Κίτον. Τώρα είναι ένας κόσμος που δεν την περιλαμβάνει. Κι έτσι, είναι απλώς πιο μουντός.” Μια πρόταση απλή, σχεδόν ψιθυριστή – και όμως, ίσως η πιο ειλικρινής που έχει γράψει ποτέ.

Η απώλεια της Κίτον δεν είναι μόνο μια είδηση. Είναι μια υπενθύμιση πως οι πιο σημαντικές σχέσεις δεν χρειάζονται σκηνές, κάμερες ή βραβεία για να είναι αληθινές. Αρκεί ένα βλέμμα, ένα γέλιο που επιβιώνει στον χρόνο, και ένας άντρας που παραδέχεται δημόσια πως, ναι – υπήρξε μια γυναίκα που έκανε τον κόσμο του πιο φωτεινό.


Διαβάστε επίσης: Νταϊάν Κίτον: Μια ξεχωριστή φωνή της τέχνης αποχαιρετά