Ο δεκαπενταύγουστος στην πόλη είναι η ετήσια τελετή της ελληνικής ενοχής. Κάθε χρόνο, οι διαφημίσεις, οι φίλοι και τα οικογενειακά group chats σε ρωτούν, με τον πιο παθητικοεπιθετικό τρόπο, γιατί δεν είσαι ήδη σε μια παραλία που μοιάζει βγαλμένη από φυλλάδιο. Αν δεν ποστάρεις φωτογραφία με καλαμάκι φραπέ, γαλάζιο φόντο και λεζάντα “εδώ χτυπά η καρδιά του καλοκαιριού”, θεωρείται πως κάτι δεν πάει καλά στη ζωή σου. Σαν να υπάρχει ένας άγραφος νόμος ότι η 15η ημέρα του Αυγούστου είναι υποχρεωτικά μια τριήμερη παράσταση με πρωταγωνιστή εσένα σε ρόλο ανέμελου νησιώτη – και όχι, η σκηνή δεν επιτρέπεται να είναι το μπαλκόνι σου.

Όσοι μένουμε πίσω στην πόλη, ανακαλύπτουμε ότι η ζωή χωρίς αυτό το τουριστικό ντεκόρ είναι όχι μόνο ανεκτή, αλλά και απελευθερωτική. Η Αθήνα (ή οποιαδήποτε άλλη πόλη) εκείνη τη μέρα γίνεται μια παράξενη έρημος: δρόμοι άδειοι, καφετέριες που σε θυμούνται με το όνομα σου, και η πολυτέλεια να ακούς τα παπούτσια σου να χτυπούν στο πεζοδρόμιο χωρίς να χρειάζεται να στριμωχτείς με χιλιάδες άλλους σε μια λωρίδα άμμου. Οι λιγοστοί εναπομείναντες κοιτιούνται με ένα σιωπηλό χαμόγελο συνενοχής, σαν να μοιράζονται ένα μυστικό κλαμπ που δεν κάνει διαφημίσεις.

Η ειρωνεία είναι ότι η ίδια η γιορτή, θεωρητικά αφιερωμένη σε πίστη και περισυλλογή, έχει μετατραπεί σε διαγωνισμό lifestyle. Κι αν τολμήσεις να παραδεχτείς πως προτιμάς το κλιματιστικό σου από το καραβάκι της γραμμής, είσαι ο αιρετικός της παρέας. Αλλά το να μείνεις στην πόλη στις 15 Αυγούστου είναι ίσως η πιο ριζοσπαστική πράξη αντίστασης στον κοινωνικό αυτοματισμό των διακοπών. Είναι σαν να δηλώνεις: “Δεν χρειάζομαι σκηνικό για να απολαύσω το καλοκαίρι μου”.

Ίσως, τελικά, η πραγματική ελευθερία να μην είναι η θέα από το δωμάτιο με το “sea view”, αλλά το να κοιτάς από το παράθυρό σου και να μη νιώθεις ότι πρέπει να είσαι αλλού.


Διαβάστε επίσης: Η νέα μάστιγα των πολυτελών ρολογιών