Θεωρείται ένας από τους πιο χαρισματικούς ερμηνευτές στην ιστορία της Ροκ μουσικής,μέσα στη σύντομη ζωή του κατάφερε να χαρακτηριστεί ως ένας από τους πιο χαρισματικούς καλλιτέχνες και το όνομά του να συμπεριληφθεί μεταξύ των 100 σημαντικότερων τραγουδιστών όλων των εποχών.
Ο Τζέημς «Τζιμ» Ντάγκλας Μόρισον ήταν Αμερικανός τραγουδιστής, τραγουδοποιός, συγγραφέας και ποιητής.Γεννήθηκε στη Μελβούρνη της Φλόριντα στις 8 Δεκεμβρίου του 1943 και ήταν ο τραγουδιστής και στιχουργός του δημοφιλούς αμερικάνικου ροκ συγκροτήματος The Doors.
Ο θάνατός του σε ηλικία 27 ετών στο Παρίσι της Γαλλίας κατέπληξε τους θαυμαστές του. Οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες πέθανε και ο μυστικός ενταφιασμός του έγιναν αφορμή για ατελείωτες φήμες και παίζουν σημαντικό ρόλο στο μυστήριο που εξακολουθεί να τον περιβάλλει.
Είχε γίνει πρότυπο ενώ ζούσε, όχι μοναχά εξαιτίας της μουσικής του αλλά επίσης λόγω των ακραίων εμφανισεών του πάνω στη σκηνή. Τόσα χρόνια μετά το θάνατό του, οι λάτρεις του ροκ σε όλο τον κόσμο εξακολουθούν να γοητεύονται από την προσωπικότητα του Μόρισον, ο οποίος ήταν επίσης γνωστός και ως The Lizard King, και αψήφησε όλους τος συμβατικούς και «καλούς» τρόπους και αναζήτούσε απαντήσεις και εξιλέωση μέσα από την τέχνη του.
Σύμφωνα με τον Μόρισον, ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ζωή του συνέβη το 1949 κατά την διάρκεια μιας οικογενειακής εκδρομής στο Νέο Μεξικό. Περιγράφει το γεγονός όπως ακολουθεί:
“Είναι η πρώτη φορά που ανακάλυψα τον θάνατο… εγώ, η μητέρα μου, ο πατέρας μου, ο παππούς μου και η γιαγιά μου διασχίζαμε την έρημο την αυγή. Ένα φορτηγό γεμάτο Ινδιάνους είχε μάλλον χτυπήσει ένα άλλο αυτοκίνητο ή κάτι τέτοιο, υπήρχαν Ινδιάνοι σκορπισμένοι παντού στην εθνική οδό, αιμορραγώντας μέχρι θανάτου. Ήμουν μικρός τότε, οπότε έπρεπε να μείνω στο αυτοκίνητο όσο ο πατέρας μου και ο παππούς μου βγήκαν να δουν τι γινόταν. Δεν μπορούσα να δω τίποτα. Το μόνο που είδα ήταν παράξενη κόκκινη μπογιά και ανθρώπους πεσμένους ολόγυρα, αλλά ήξερα πως κάτι συνέβαινε, γιατί μπορούσα να νιώσω τις δονήσεις των ανθρώπων γύρω μου, και έτσι ξαφνικά συνειδητοποίησα πως ούτε εκείνοι μπορούσαν να καταλάβουν τι συνέβαινε. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα πραγματικό φόβο… και πιστεύω πως εκείνη τη στιγμή οι ψυχές εκείνων των νεκρών ινδιάνων — ίσως μια ή δυο απ αυτές — έτρεχαν έξαλλες εδώ και κει, και μπήκαν στην ψυχή μου, και εγώ ήμουν σαν σφουγγάρι, έτοιμος να κάτσω εκεί και να τις απορροφήσω.”
Βέβαια, και οι δύο γονείς του Μόρισον ισχυρίζονται πως το γεγονός αυτό ποτέ δεν συνέβη. Στα πολλά σχόλια του γι’ αυτό το επεισόδιο, ο Μόρισον είπε πως είχε αναστατωθεί τόσο από αυτό το συμβάν, που οι γονείς του τελικά του είπαν ότι απλώς είχε δει έναν εφιάλτη, με σκοπό να τον ηρεμήσουν. Ασχέτως του αν το γεγονός ήταν αληθινό, το είχε φανταστεί ή σκαρφιστεί, ο Μόρισον έκανε επανειλημμένες αναφορές σε αυτό σε διανθίσματα των τραγουδιών του, σε ποιήματα και συνεντεύξεις του.
Τον Ιανουάριο του 1964, ο Mόρισον μετακόμισε στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας, όπου αποφοίτησε στις Καλές Τέχνες. Ενώ φοιτούσε στο UCLA, δημιούργησε δυο ταινίες ,η πρώτη, ονόματι “First Love”, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά χωρίς περικοπές στο τέλος του ντοκιμαντέρ για την ταινία “Obscura”.
Μετά την αποφοίτησή του έζησε ως μποέμ στην περιοχή της παραλίας Venice. Ο ίδιος και ο συμμαθητής του Ray Manzarek ήταν τα δυο πρώτα μέλη των The Doors. Σύντομα μπήκαν στο συγκρότημα ο ντράμερ John Densmore και ο κιθαρίστας Robby Krieger. Ο Mόρισον ήταν γνωστός ως ο κύριος στιχουργός του συγκροτήματος, αλλά σημαντική ήταν και η συμβολή του Krieger, ο οποίος έγραψε μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του γκρουπ, όπως τα «Light My Fire», «Love Me Two Times», «Love Her Madly» και «Touch Me».
Το single «Light my fire» έφτασε στο νούμερο ένα των τσαρτς και οι The Doors έγιναν γνωστοί σε όλη την χώρα. Ο Ed Sullivan κάλεσε το συγκρότημα στην εκπομπή του, ζητώντας ωστόσο να αλλάξουν οι στίχοι του «Light My Fire» από «Girl we couldn’t get much higher» (που θεωρείται ότι κάνει αναφορά στα ναρκωτικά) σε «Girl we couldn’t get much better». Ο Τζιμ διαβεβαίωσε ότι θα ικανοποιηθεί το αίτημα του παρουσιαστή αλλά όταν ήρθε η ώρα τραγούδησε το κομμάτι χωρίς να αλλάξει τους στίχους, προκαλώντας την ενόχληση του Sullivan, ο οποίος δεν ξανακάλεσε το συγκρότημα στην εκπομπή του.
Όταν κυκλοφόρησε το δεύτερο τους άλμπουμ, «Strange Days» οι The Doors ήταν ένα από τα δημοφιλέστερα συγκροτήματα στις ΗΠΑ.Το συγκρότημα εκτέλεσε επίσης κομμάτια ιδιαίτερα ασυνήθιστου μήκους, όπως το «the End» και το «Celebration of the Lizard».
Το συγκρότημα κυκλοφόρησε ακόμα δυο τελευταίους δίσκους: το «Morrison Hotel» (1969) και το «L.A. Woman» (1970). Ο ίδιος ο Mόρισον εξέδωσε δυο τόμους με ποιήματά του το 1969, (The Lords / Notes on Vision και The New Creatures). Τον Μάρτιο του 1971 μετακόμισε στο Παρίσι, όπου ηχογράφησε για τελευταία φορά, με δυο μουσικούς τους δρόμου, κομμάτια που αργότερα κυκλοφόρησαν υπό τον τίτλο «The Lost Paris Tapes».
Ο Μόρισον συνάντησε τη σύντροφο της ζωής του,Πάμελα Κούρσον, πολύ πριν κερδίσει δόξα και χρήματα, κι εκείνη τον ενθάρρυνε να ασχοληθεί περισσότερο με την ποίηση. Κατά καιρούς η Κούρσον χρησιμοποιούσε το επίθετο “Μόρισον” με τη φανερή συγκατάθεση του Τζιμ ή τουλάχιστον χωρίς εκείνος να νοιάζεται που το έκανε.
Το 1971, ο Μόρισον μετακόμισε σε ένα διαμέρισμα στο Παρίσι μαζί με την Πάμελα Κούρσον, με σκοπό να αλλάξει ζωή και να απεξαρτηθεί από τα ναρκωτικά. Του άρεσε η αρχιτεκτονική της πόλης και έκανε μεγάλους περιπάτους εκεί, όμως σύντομα υπέκυψε στους εθισμούς του.
Βρέθηκε νεκρός στο μπάνιο του διαμερίσματος που νοίκιαζε στο Παρίσι, στις 3 Iουλίου του 1971, από τη σύντροφό του Πάμελα. Δεν διενεργήθηκε ποτέ αυτοψία στη σορό του μουσικού, κάτι που έδωσε τροφή σε πλήθος σεναρίων σχετικά με την αιτία θανάτου του. Σύμφωνα με την Κούρσον, ο θάνατός του προήλθε από κατά λάθος λήψη υπερβολικής ποσότητας ηρωίνης, που ο Mόρισον νόμισε πως ήταν κοκαΐνη. Η ίδια η Κούρσον πέθανε από υπερβολική δόση ηρωίνης τρία χρόνια αργότερα. O Τζίμ Μόρισον ενταφιάστηκε στο νεκροταφείο Père Lachaise στο ανατολικό Παρίσι.
Στη δεκαετία του 1990, ο πατέρας του τοποθέτησε στον τάφο του μια μαρμάρινη πλάκα που αναγράφει στα αρχαία ελληνικά« ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΔΑΙΜΟΝΑ ΕΑΥΤΟΥ», που ερμηνεύεται ελεύθερα ως «πιστός στο ίδιο του το πνεύμα».
Είπε…Εξέθεσε τον εαυτό σου στο βαθύτερο φόβο σου. Μετά απ’ αυτό, ο φόβος δεν έχει δύναμη, και ο φόβος της ελευθερίας συρρικνώνεται κι εξαφανίζεται. Είσαι ελεύθερος.